Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009


Ο ταύρος της Καστριώτισσας με φόντο τα Βαρδούσια διαβάστε ολόκληρο το κείμενο...

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2009

Καλιακούδα από Ανιάδα, Καταφύγιο, κορυφή (8.11.2009)

Δύο χιλιάδες ενενήντα οκτώ μέτρα (2.098μ) ξεκινώντας από το μηδέν (0) της Λαμίας είναι μια πρόκληση. Θα πάω «βρέξει χιονίσει», η απόφαση πάρθηκε, ακόμα και μόνος… “Η Καλιακούδα βουνό της Στερεάς Ελλάδας βρίσκεται στην Ευρυτανία και διαχωρίζει τους μεγάλους ορεινούς όγκους των Βαρδουσίων, του Τυμφρηστού και του Παναιτωλικού, ενώ θα μπορούσε να θεωρηθεί και τμήμα των παραπάνω βουνών”…, διαβάζω στη Βικιπαίδεια.

Πρωινό ξύπνημα, χαράματα, και στη Λαμία η βροχή είναι δυνατή. Σκέφτηκα, πού να πάω; Ομολογώ ότι ταλαντεύτηκα λίγο, αλλά κατά βάθος ήξερα ότι τίποτα δεν θα με κρατούσε. Παλεύω τη νύστα μου στο τιμόνι μασώντας τσίχλες και ανοίγοντας συνεχώς το παράθυρο. Κακή συνήθεια. Προσπαθώ να θυμηθώ το ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου «Ρούμελη», αλλά συγκρατώ μόνο τους δύο πρώτους στίχους, ίσως επειδή μέσα τους βρίσκεται αυτό που με εκφράζει: «Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν’ αγνάντευα το λαχταρώ, ψηλά που με νανούριζες καημένο Καρπενήσι». Παιδικές γλυκές αναμνήσεις έρχονται στο νου… τα πιο όμορφα έξι χρόνια της ζωής μου, αυτά του Γυμνασίου.

Περνάω την καινούργια παράκαμψη του Καρπενησίου πίσω από τον λόφο του Αγίου Δημητρίου, εκεί όπου έγιναν τον Γενάρη του 1949 οι μεγάλες μάχες «σώμα με σώμα» του Δημοκρατικού Στρατού με τον Κυβερνητικό Στρατό και την άμυνα της πόλης. Ο εμφύλιος σε όλο του μεγαλείο, με τις τεράστιες απώλειες εκατέρωθεν… Από τη μια ο αδερφός του πατέρα μου και από την άλλη ο αδερφός της μάνας μου. Νεκροί. Η ταινία «Ψυχή Βαθειά» του Παντελή Βούλγαρη, που είδαμε το προηγούμενο βράδυ, πηγαινοέρχεται στο μυαλό μου.

Εδώ ερχόμασταν τη νύχτα, μαθητές του Γυμνασίου, με τις φεγγαράδες του Ιούνη, για κεράσια πηδώντας τους φράκτες στα κτήματα της κοιλάδας του Καρπενησιώτη. Να φοβάσαι τον ίσκιο σου και τους αγροφύλακες, λέγαμε τότε. Σκίζαμε τα παντελόνια μας στα σύρματα για λίγα κεράσια.

Κατεβαίνοντας την ποταμιά, και πριν τη διασταύρωση για το Μικρό Χωριό, στρίβεις αριστερά περνώντας τον Καρπενησιώτη και τα χωριά Κλαυσί και Μουζίλο και φθάνεις τελικά στην Ανιάδα. Μιάμιση ώρα από τη Λαμία.

Η Ανιάδα είναι χτισμένη μέσα σε πυκνό ελατοδάσος σε υψόμετρο 1.100 μέτρων στις πλαγιές της Καλιακούδας και ανήκει στο Δήμο Ποταμιάς. Η ομορφιά της ευρυτανικής φύσης είναι διάχυτη παντού, ειδικά αυτήν την εποχή που το κίτρινο – κόκκινο της βελανιδιάς και της καστανιάς δένει με το βαθύ πράσινο του έλατου. Η Ανιάδα είναι και μια καλή βάση εξόρμησης για τη γύρω περιοχή. Από εδώ μπορεί κανείς να επισκεφτεί τα χωριά του Κρικελλοποτάμου, το Σέλο, τα Ψιανά, τα Δολιανά και την Κοντίβα, με το φαράγγι "Πάνταβρέχει", την κορυφή φυσικά της Καλιακούδας και πολλά άλλα μέρη.

Χωρίς πολλά, από την πλατεία του χωριού, ακολουθώ το τσιμεντένιο κατηφορικό δρόμο και στο τέρμα του βρίσκω το χαλασμένο μονοπάτι, στη συνέχεια το καλντερίμι που οδηγεί μέσα από βάτα και τσουκνίδες στο ρέμα, κάτω από το χωριό. Θέλει λίγη περιποίηση και σήμανση εδώ - είναι ολοφάνερη η απουσία. Περνώντας απέναντι και ανάμεσα σε βελανιδιές και καστανιές ανηφορίζω ελαφρά μπαίνοντας μέσα στα εγκαταλειμμένα χωράφια. Όμορφες εικόνες με τα γήινα χρώματα του φθινοπώρου και την κορνίζα της ομίχλης. Απέναντι τα αραιά σπίτια του χωριού με τις κόκκινες στέγες και ψηλά επάνω ίσα που διακρίνεται η απότομη κορυφή της Καλιακούδας, μέσα στην ομίχλη κι αυτή. Το ψιλόβροχο με συνοδεύει σε όλη σχεδόν τη διαδρομή.

Πολλά μανιτάρια, όλων των ειδών. Όσο ωραία είναι να τα βλέπεις, τόσο επικίνδυνα είναι να τα φας. Όμως το «κυνήγι» του μανιταριού, άρχισε, τελευταία και στην Ελλάδα, να αποκτάει όλο και περισσότερους φίλους. Διαβάζουμε ότι στα δάση της Ρωσίας μαζεύοντας μανιτάρια, κάποιοι δεν επιστρέφουν ποτέ πίσω, γιατί χάνονται. Αυτό συμβαίνει και με ορειβάτες, λιγότερο συχνά βέβαια, και κυρίως για τα παιδιά της ασφάλτου και των πόλεων. Οι άνθρωποι που μεγάλωσαν σε χωριό δύσκολα χάνονται. Σήμερα πολλοί βασίζονται στην τεχνολογία και τα GPS. Όμως η φύση παραμένει φύση. Και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία της τεχνολογίας, ο άνθρωπος χάνει σιγά-σιγά τα φυσικά του ένστικτα και τον αρχέγονο προσανατολισμό του…

Παρασύρομαι από τη μαγεία, έτοιμος να χαθώ ανάμεσα στο κίτρινο και το πράσινο, να γίνω ένα με τα ξυνόμηλα και τα τσάπουρνα, να σκαρφαλώσω πάνω στα δέντρα να αποφύγω τα τσακάλια και τους λύκους, την αρκούδα. Ο Αϊνστάιν έχει πει πως η φαντασία είναι η μεγαλύτερη δύναμη. Η φαντασία… Όχι η μόρφωση, ούτε τα χρήματα, ούτε η τύχη…

Φωτογραφίζω τη σαλαμάντρα, που βγήκε για το αργό της ταξίδι ανάμεσα στα βρεγμένα φύλλα. Περνώ και το δεύτερο ρέμα με το έντονο μουρμουρητό της κατεβασιάς και ανηφορίζω το σημαδεμένο μονοπάτι ανάμεσα σε άγριες μηλιές, άγριες τριανταφυλλιές και αγκορτσιές. Άγρια μήλα, κόκκινα αγκόρτσα και οι κόκκινοι καρποί της τριανταφυλλιάς. Ελάχιστες γκζάνες και κοτσύφια, η πτηνοσυντροφιά. Τύχη τα οικολογικά φιρίκια πεσμένα στο δασύ χορτάρι. Πλούσια τροφή από το πουθενά. Περνώ το εξοχικό σπίτι με το κρεμασμένο κρεβάτι στον έλατο, περνώ το αλώνι με τον στροερό και με φόντο το χωριό και την απέναντι ράχη, και ανηφορίζοντας μέσα στο δάσος των ελάτων, να την μπροστά μου η κατασκήνωση και πιο πάνω το Καταφύγιο, κλειστό, χωρίς ζωή.
Εδώ περίμενα να συναντηθώ με τους φίλους του ΕΠΟΣ ΦΥΛΗΣ, αλλά τους βρήκα τελικά στην κορυφή. Ανηφορίζοντας τη ρεματιά, σε ένα τοπίο ρημαγμένο από τη μπουλντόζα για να φτιαχτεί ο δρόμος που βγάζει στο διάσελο και κατεβαίνει στο χωριό Στουρνάρα (Δολιανά), πάνω από το Πάντα Βρέχει, θυμήθηκα ξανά το «Ψυχή Βαθειά» και τη φράση «έχω απώλειες», που επαναλάμβανε συνέχεια ο ανθυπολοχαγός. Έχουμε τις “απώλειες” της ανάπτυξης στο διαρκή ανταγωνιστικό και σπάταλο “εμφύλιο” πόλεμο του ανθρώπου με τη φύση. Αν ο δρόμος αφορούσε αιολικό πάρκο, θα είχαμε κινήσει γη και ουρανό…

Σε μια ώρα βρέθηκα στο Καταφύγιο, σε 40 λεπτά στο Διάσελο (1750 μ) και για την κορυφή χρειάστηκαν 2 ώρες και 20 λεπτά συνολικά από την Ανιάδα. Απότομη ανάβαση, με το μονοπάτι να ελίσσεται ανάμεσα στο βράχινο τοπίο με ελάχιστες τραβέρσες. Φτάνοντας στη ράχη συνεχίζεις στην κόψη και να η κορυφή και η κολώνα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού. Εκεί βρίσκεται και η χαρούμενη παρέα, οι φίλοι του ΕΠΟΣ ΦΥΛΗΣ, ο Νίκος, η Πόπη… Φωτογραφίες και επιστροφή με γρήγορο κατέβασμα, παρά το γλιστερό της βρεγμένης μέρας και τη συνεχή βροχή. Βροχή ήσυχη όμως χωρίς αέρα, αντιμετωπίσιμη.

Σε μιάμιση ώρα βρέθηκα ξανά στην Ανιάδα, κουβαλώντας στις “αποσκευές” μου, εκτός από μερικά κιλά οικολογικά φιρίκια, μύριες τόσες πανέμορφες εικόνες.

Στέφανος Σταμέλλος
http://www.e-ecology.gr διαβάστε ολόκληρο το κείμενο...

Κυριακή 16 Αυγούστου 2009

ΟΛΥΜΠΟΣ: ΓΟΜΑΡΟΣΤΑΛΙ - ΟΡΟΠΕΔΙΟ ΜΟΥΣΩΝ (7 & 8.08.09)

“Αναλυτικότερα για τον Όλυμπο Παρασκευή 7/8. Φεύγουμε από Λαμία Παρασκευή μεσημέρι στις 12. Φθάνουμε Πριόνια κατά τις 3.30 και ανεβαίνουμε από το Μονοπάτι "Γομαροστάλι", ανηφορική ανάβαση επίπονη γύρω στις 4 - 4.30 ώρες. Φθάνουμε 8μμ στο Οροπέδιο και μένουμε το βράδυ στο καταφύγιο του “Κάκαλου”. Την άλλη μέρα κάνουμε κορυφή Μύτικα και επιστρέφουμε από του Ζολώτα. Σάββατο βράδυ επιστροφή στη Λαμία. Αν θέλουμε κάνουμε μπάνιο στην Πλάκα Λιτοχώρου ή Πλαταμώνα. Περισσότερα για το καταφύγιο εδώ http://www.olympus-climbing.gr/index.html"

Αυτό ήταν το μήνυμα που στάλθηκε σε όλους τους φίλους, που δηλώνουν κατά καιρούς τη διάθεση για περιπλανήσεις στο βουνό. Τελικά πείστηκε μόνο ο Aλκης και ο Aρης. Αιτία ήταν οι ζέστες, η Παρασκευή που ήταν εργάσιμη και το ότι στο πρόγραμμα βάλαμε ν' ανέβουμε ένα καινούργιο μονοπάτι, που έπρεπε να ψάξουμε να το βρούμε και το οποίο ανοίχτηκε πριν από λίγο καιρό. Το “Γομαροστάλι”. Αυτό σε ορισμένους φάνηκε ελαφρώς δύσκολο. Σταλίζω: ξεκουράζομαι το μεσημέρι σε σκιά (μόνο για ζώα). Aρα εδώ ξεκουράζονται τα γομάρια; Ή επειδή στο ξεκίνημά του είναι η θέση που ξεκουράζονται τα γομάρια, τώρα μόνο τα μουλάρια, που έχουν οι αγωγιάτες για τα καταφύγια; Δεν ρωτήσαμε τον Στύλα…

Για το μονοπάτι μας είχε μιλήσει ο Μιχάλης πέρυσι στο καταφύγιο “Κάκαλος”, αλλά και ο Βασίλης στα “Κρεβάτια”. Η αφετηρία του είναι στα Πριόνια, ακριβώς πριν την ξύλινη γέφυρα του Ενιπέα, δεξιά, εκεί που δένουν τα μουλάρια οι αγωγιάτες. Έχει μπλε σήμανση στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής του. Είναι στην πλαγιά του Ολύμπου, που μπορεί κανείς να την προσδιορίσει γεωγραφικά ακριβώς πάνω από το Πριόνια με κατεύθυνση βορειοδυτική προς το Οροπέδιο των Μουσών. Ανάμεσα δηλαδή στο Καταφύγιο “Σπήλιος Αγαπητός” και την Πετρόστρουγκα. Η διαδρομή είναι η πιο σύντομη για να φτάσει κανείς στο Οροπέδιο, αλλά είναι ανηφορική και αρκετά επίπονη Ξεκινώντας το μονοπάτι είναι στενό με συνεχείς ανηφορικές τραβέρσες μέσα στο δάσος, δάσος κυρίως με πεύκα και οξιές. Αυτή την εποχή έχει πολλά λουλούδια και πολλά βότανα με ωραίες μυρωδιές. Έχει και άγριες φράουλες. Ένα είδος ρίγανης με ανοιχτό μωβ χρώμα λουλουδιών και έντονη μυρωδιά, μας τράβηξε ιδιαίτερα την προσοχή.
Ο Άρης και ο Άλκης στην πρώτη λάκα


Εμείς προχωράμε και τραγουδάμε! Η αδρεναλίνη και η διάθεση ανεβαίνει μαζί με τις ποσότητες της ενδορφίνης. Η ενδορφίνη, οπιούχος ουσία, εκκρίνεται από τον εγκέφαλο κατά τη σωματική κόπωση. Αυτό που πρακτικά μας προσφέρει είναι ένα φυσικό “ανέβασμα” στη διάθεση και μια αντοχή απέναντι στην κούραση. Και όχι μόνο αυτό: η αντοχή αυτή αποκτά έναν μαζοχιστικό χαρακτήρα καθώς με την έκκριση της ενδορφίνης εντείνεται το αίσθημα του σούπερμαν που κρύβεται μέσα μας. Κατά συνέπεια αυξάνεται η προσπάθεια, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η έκκριση της ενδορφίνης, κοκ. Είναι ο φαύλος κύκλος της κούρασης και της ηδονής (στοιχεία από το ιντερνετ).

Προχωράμε παρέα με το σύννεφο. Το σύννεφο είναι και καλό, γιατί δεν έχουμε ιδιαίτερη ζέστη, μας κρύβει όμως και την θέα, που μας λείπει. Όταν καθαρίζει λίγο, βλέπουμε κάτω τη ρεματιά του Ενιπέα και στο βάθος το Λιτόχωρο. Κάποιες φορές φαίνεται το πράσινο ταμπλό κάτω από τον Καλόγηρο και σιγά σιγά, όσο ανεβαίνουμε, εμφανίζεται και η κορυφή του Καλόγηρου.

Ξαναέφερα τη συζήτηση για το “γιατί ανεβαίνουμε στα βουνά”. Και μάλιστα τι είναι αυτό που μας κάνει τώρα να συνεχίζουμε κάτι τόσο κουραστικό. Το έφερα με τρόπο για να ακούσω γνώμες. Ο Aλκης επέμεινε ότι ένας από τους λόγους είναι και η αυτοεπιβεβαίωση και η αυτοπεποίθηση που αποκτούμε ότι «μπορούμε». Ναι, η αυτοπεποίθηση είναι πολύ σημαντική για να νιώθουμε ισορροπημένοι και να πορευόμαστε με μια σχετική σιγουριά. Είναι εφόδιο για μια καλή ζωή, για την ψυχική και σωματική μας υγεία. Επίσης, λέει ο Aλκης, ότι νοιώθουμε την ανάγκη να κάνουμε κάτι που δεν μπορούν εύκολα να το κάνουν οι άλλοι. Η διάθεση να ξεχωρίζουμε. Μ' αυτό με καθάρισε! Τι το µθελες βρε φίλε; Είμαι τόσο εγωιστής και δεν το ήξερα;

Ο Aρης, ο μικρός της παρέας, έδωσε τη νεολαίστικη απάντηση: Εμείς οι νέοι θέλουμε να ζήσουμε από κοντά αυτό που η ζωή στις πόλεις σήμερα μας στερεί: Τη φύση, την αγριάδα, την ομορφιά, να νοιώσουμε το ρίσκο. Κλεισμένοι μέσα στα σπίτια, στις πόλεις δεν έχουμε την ευχέρεια να ζήσουμε κοντά στη φύση. Γίναμε μηχανές καλοκουρδισμένες, που όλα τα κάνουμε μηχανικά. Ξεχάσαμε πως κοντά στη φύση βρίσκεται το μυστικό της ήσυχης και ήρεμης ζωής.

Δεν έδωσα καμιά απάντηση γιατί είχα στο νου, αυτό που έγραφα για τα Βαρδούσια: “Δεν υπάρχει απάντηση”. Στο μυαλό μου τριγύριζαν οι λέξεις: πάθος, πόθος, λαγνεία, ηδονή, κόλλημα, απληστία της ανθρώπινης φύσης, εμπειρίες, περιέργεια.

επιστρέφοντας από την εξερεύνηση για το μονοπάτι με τα κίτρινα σημάδια

Στις δύο ώρες περίπου βγαίνουμε σε ανοιχτή λάκα, σε μια ράχη. Το σύννεφο δεν μας αφήνει να δούμε πολλά. Παρατηρούμε ότι φεύγει άλλο μονοπάτι νοτιοδυτικά με κίτρινα σημάδια. Μάλλον πρέπει να συναντάει το κλασικό μονοπάτι για το καταφύγιο “Σπήλιος Αγαπητός” (Ζολώτα). Μικρή ξεκούραση και συνεχίζουμε την κόψη με λιγότερα σημάδια τώρα, αλλά το μονοπάτι συνεχίζει να ξεχωρίζει. Παρατηρούμε τους κορμούς των πεύκων. Έχουν κάνει όλα μια ελαφριά κούρμπα χαμηλά, μάλλον από την πίεση του χιονιού. Τεράστιοι κορμοί δέντρων είναι πεσμένοι στο έδαφος, που δείχνει ότι τους προηγούμενους αιώνες αναπτύχθηκαν πολύ μεγάλα πεύκα. Δεν το έχω προσέξει αυτό σε άλλες αναβάσεις του Ολύμπου. Παίζουμε με τις φωτογραφικές μηχανές και τη νεκρή φύση. Ιδανικό θέμα για θεματική έκθεση.
εδώ ο Άλκης με τη φωτογραφική του μηχανή

απομεινάρι κορμού με εντυπωσιακό ανάγλυφο

Τα αγριοκάτσικα ξάφνιασαν τον Aρη, που πήγαινε μπροστά. Πρόλαβε και τα φωτογράφισε. Συνεχίζουμε στην κόψη, παρέα με τα λίγα ρόμπολα. Απέναντί μας, βόρεια, φαίνεται καθαρά η Σκούρτα, ο Λαιμός και το πέρασμα του Γιόσου.
Ανεβαίνοντας στην κόψη, και πίσω το ταμπλό του Καλόγηρου. Ελπίζω να μη μου φαίνεται η κούραση
Τώρα δεν έχουμε σημάδια, ούτε ξεχωρίζει μονοπάτι. Έχουμε μόνο τα λόγια του Μιχάλη “ακολουθούμε την κόψη”. Αρχίζουν τα σαθρά και οι πέτρες. Σε λίγο αναγνωρίζουμε μέσα από το σύννεφο αριστερά και απέναντι το καταφύγιο “Σπήλιος Αγαπητός” (Ζολώτα) και πιο ψηλά τα Ζωνάρια και τον Μύτικα.
Ο Άλκης λίγο πριν την τελική ανάβαση, στην κόψη

Αρχίζει η δύσκολη τελική ανάβαση με προσοχή στις πέτρες. Τώρα έχουμε σημάδια αλλά μόνο για την κατεύθυνση, γιατί πρόκειται για λούκι με μπόλικα σαθρά και κίνδυνο να φύγουν πέτρες για το κεφάλι. Υπάρχει και η εναλλακτική λύση, όπως μας είπε ο Μιχάλης αργότερα: να φύγει κανείς δεξιά προς το Λαιμό και να ανέβει πιο εύκολα από πιο ομαλό λούκι.
Ο Άρης, το παλλικάρι μας, ανεβαίνοντας το λούκι

Βγαίνουμε στο οροπέδιο και μπροστά μας ανοίγεται η πιο εντυπωσιακή, η γνωστή σε όλους, εικόνα του βουνού. Ο Θρόνος του Δία, ο Προφήτης Ηλίας, ανάμεσά τους η Τούμπα και τα δυο καταφύγια: του “Αποστολίδη” και του “Κάκαλου” και φυσικά το όμορφο ανάγλυφο του Οροπεδίου των Μουσών.

Συνολική ανάβαση 4.30 ώρες, χωρίς φορτσάρισμα. Θέλει λίγη προσοχή στη σήμανση μετά τη μέση περίπου, ιδιαίτερα για τις άσχημες μέρες και την ομίχλη. Να σημανθεί το τμήμα από την κόψη και πάνω για τους ίδιους λόγους και να μπει ένα συρματόσχοινο στην τελική ανάβαση. Νερό δεν έχει η διαδρομή, όπως άλλωστε όλες οι αναβάσεις του Ολύμπου.


Στέφανος Σταμέλλος
http://www.e-ecology.gr
διαβάστε ολόκληρο το κείμενο...

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2009

Βαρδούσια, από Αθανάσιο Διάκο
Καταφύγια, Λούκι του Λιονταριού, Κόρακας
επιστροφή από Κοπρισιές

Διαβάζοντας στην ιστοσελίδα του ΕΟΣ Αθηνών το κείμενο του T TOOLE «Γιατί σκαρφαλώνουμε στα βουνά», με ευκολία μπορώ να πω ότι πράγματι είναι μια άσκοπη ερώτηση. Και αναπάντητη ίσως. Κι όπως λέει το κείμενο, το ανέβασμα στο βουνό «ήταν πάντοτε ένα μυστήριο». O Πωλ Βαλερύ έγραφε "Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια τι τραγουδάει, γιατί τραγουδάει, και τι είναι αυτό που το κάνει να τραγουδάει, δεν θα τραγούδαγε". Παραφράζοντας θα μπορούσαμε να πούμε: "Αν ένας ορειβάτης μπορούσε να πει με ακρίβεια γιατί σκαρφαλώνει στα βουνά και τι είναι αυτό που τον κάνει να σκαρφαλώνει, δεν θα ανέβαινε".
Δείτε και μια άποψη, που ίσως καλύπτει τους περισσότερους: << ... κάποια στιγμή μάθαμε να αγαπάμε το βουνό, για τον απλούστατο λόγο ότι κατάφερε να βγάλει από μέσα μας τον καλύτερο εαυτό μας, μας ύψωσε, έστω και για μια και μόνο πολύτιμη στιγμή, πάνω από τη συνηθισμένη ζωή και μας έδειξε την ομορφιά της απλότητας και μια δύναμη και αγνότητα που δεν θα είχαμε γνωρίσει ποτέ αν δεν είχαμε αντιμετωπίσει το βουνό με εντιμότητα και δεν είχαμε παλέψει με πάθος μαζί του.>>

Τα γράφω αυτά με αφορμή το πρόσφατο ανέβασμα στα Βαρδούσια. Ανέβασμα, σκαρφάλωμα στο βουνό, ή κάπως έτσι. Αλλά κυρίως ήταν μια δοκιμασία και μια «ευκαιρία» “να παλέψω με πάθος μαζί του”. Όταν είσαι μόνος σου με το βουνό, σου βγαίνουν διάφορα πάθη και κρυφές διαθέσεις. Και προπαντός απελευθερώνεσαι από τις πιθανές καταπιέσεις των άλλων. Κάνεις ό,τι θέλεις! Είσαι και αρχηγός και οδηγός βουνού. Ειδικά όταν το ανέβασμα γίνεται γρήγορα, παίρνεις και γρήγορες αποφάσεις και το μυαλό δουλεύει με άλλες ταχύτητες. Έχεις την ελευθερία να αποτύχεις, να πανηγυρίσεις για την επιτυχία σου, για τους χρόνους σου, και να νοιώσεις πιο έντονα την ευθύνη για σένα. Όταν είσαι με άλλους, συνήθως νοιώθεις την ευθύνη για κείνους, κυρίως, ή είσαι συνυπεύθυνος για ό,τι συμβεί. Και μέσα από όλα αυτά γίνεσαι πιο ώριμος, πιο έμπειρος.

…Από το πρωί φαίνεται η μέρα. Νύσταζα στην οδήγηση…και ήταν τόσο νωρίς ακόμα. Οκτώ παρά δέκα στον Αθανάσιο Διάκο (1.100μ) και ξεκίνησα γρήγορα με στόχο να ανέβω στον Κόρακα (2.495μ) πριν πιάσουν οι μεγάλες ζέστες.

“Όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα
πρωί στα πόδια του βουνού”

λέει ο Οδυσσέας Ελύτης. Μαζί με όλα τα άλλα το μυαλό τρέχει και στους ποιητές. Απέναντι σχεδόν κάθετες οι πλαγιές και μέσα από τη νεροσταγόνα φαίνεται το βουνό σα γίγαντας. Κι εγώ στα πόδια του, καθώς ανεβαίνω για τον Προφήτη Ηλία. Τα Βαρδούσια θεωρούνται ένα από τα πιο άγρια κι εντυπωσιακά βουνά της πατρίδας μας και έχουν ιδιαίτερα σκληρό ανάγλυφο με άγριες και απότομες κορφές.

οι βράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά
κόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο.

συνεχίζει ο Ελύτης, κι εγώ συνεχίζω ν’ ανεβαίνω περνώντας τον Προφήτη Ηλία στα 45 λεπτά. Και με τη ζέστη ν’ ανεβαίνει κατακόρυφα. Περνάω από δίπλα τις τσαγιές και τις αφήνω να μαζέψω το τσάι στην επιστροφή. Οι στροφές στον αγροτικό δρόμο φεύγουν γρήγορα. Και τα σκυλιά, που καρτερούν στη στάνη, κάνουν το καθήκον τους κι αυτά απειλώντας τον βιαστικό επισκέπτη. Το γαύγισμα είναι κουραστικό σήμερα και δεν πληρώνεται καλά. Ή πληρώνεται όπως και τόσα άλλα. Με ένα κομμάτι ψωμί. Γι’ αυτό δείχνουν βαριεστημένα


Ο χρόνος είναι γρήγορος ίσκιος πουλιών
Τα μάτια μου ορθάνοιχτα μες στις εικόνες του

Πολλές οι εικόνες. Και τα μάτια πράγματι ορθάνοιχτα, γρήγορες ματιές ολόγυρα, να μη χαθεί καμιά. Περνώ τα καταφύγια από αριστερά. Το νερό τρέχει άφθονο στην πηγή. Δοκιμάζω να πιω και να γεμίσω ξανά το παγούρι. Κρύο νερό, γάργαρο. Στη συνέχεια ακολουθεί το φιδωτό ανέβασμα στα Σκόρδα Πιτιμάλικου και στο καλά σημαδεμένο μονοπάτι. Σε λίγες μέρες, 18 - 19 Ιουλίου, θα γίνονταν η Πανελλήνια Ορειβατική Συνάντηση. Δεν ξέρω αν έγινε αναφορά στην Συνάντηση για τις μεθοδεύσεις ορισμένων να γίνει χιονοδρομικό κέντρο στα Βαρδούσια. Ελπίζουμε τα σχέδια της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Φωκίδας, και όχι μόνο, να σταμάτησαν, ύστερα από την πρώτη απόρριψη της Προμελέτης από τις Υπηρεσίες του ΥΠΕΧΩΔΕ. Δείτε εδώ τη συζήτηση για τα νέα χιονοδρομικά στην Ελλάδα http://oxi-xionodromika.blogspot.com/ Ακούστηκε ότι έγινε όμως εκτεταμένη συζήτηση για τις απειλές της Γκιώνας και της Οίτης από τη μεταλλευτική δραστηριότητα και τα νέα σχέδια των Μεταλλευτικών Εταιρειών στην περιοχή.
Το καταφύγιο του ΕΟΣ Άμφισσας και πέρα το βουνό της Χωμήριανης

Με τον ΕΟΣ Λαμίας, πριν από αρκετά χρόνια, προσπαθούσαμε, με πολύ χιόνι είναι αλήθεια, να βρούμε τις Πόρτες. Είναι το πέρασμα για το Μέγα Κάμπο, το οροπέδιο πριν την κορυφή. Πηγαίναμε ψάχνοντας. Διαλυθήκαμε στην ανηφόρα κι ο καθένας πήγαινε όπου ήθελε. Τέτοια ομάδα! Ψάχνοντας, θυμάμαι, βρέθηκα στο Λούκι του Λιονταριού και το πέρασα καρφώνοντας μόνο το πιολέ και σέρνοντας το σώμα μου πάνω στον πάγο. Έ, γι’ αυτό τώρα είπα να επαναλάβω το Λούκι του Λιονταριού, χωρίς αυτή τη φορά χιόνι και πάγο. Έχει τη δυσκολία του, αλλά…
χιόνι και λουλούδια στον Μέγα Κάμπο

Συνάντησα τον Πεζοπορικό Όμιλο Αθηνών στο Μέγα Κάμπο. Κατέβαιναν από την κορυφή, τον Κόρακα. Γιόρτασαν το βράδυ στο καταφύγιο του ΕΟΣ Άμφισσας τα 60 χρόνια ζωής του ΠΟΑ. Βουνό, με γλέντια και διασκέδαση και με ορχήστρα παρακαλώ! Τα φανταχτερά πολύχρωμα λουλούδια του οροπεδίου απασχόλησαν τη φωτογραφική μου μηχανή με φόντο τις χιονούρες και την κορυφή. Τελικά ανέβηκα στον Κόρακα σε τρεις ώρες από τον Αθανάσιο Διάκο. “Έφερα τη ζωή μου ως εδώ”
θέα από την κορυφή

Το σύννεφο έφθασε απειλητικά. Επιστροφή από τις Κοπρισιές. Γρήγορο κατέβασμα και μικρές στάσεις για φωτογραφίες. Η πηγή, στη μέση περίπου της διαδρομής από τις Κοπρισιές, είναι από τις πιο πλούσιες σε νερό των Βαρδουσίων στα 1800 μέτρα περίπου. Το νερό κατεβαίνει βουίζοντας. Με ξάφνιασε το χαμηλό πέταγμα της πέρδικας και των μικρών πουλιών της. Παλιότερα λέγαμε για τις διμούτσουνες οχιές. Και το μυαλό μου πήγαινε και σ’ αυτές, όλο και κάποια μπορεί να είναι στο δρόμο μου. Ευτυχώς δεν ήταν στην τύχη μου, γιατί θέμα τύχης είναι όλα τελικά. Ίσα που πρόλαβα να μαζέψω μερικές χεριές από το τσάι, που είχα δεί ανεβαίνοντας. Η βροχή ήταν απότομη αλλά όχι δυνατή. Φοβήθηκα και έφυγα τρέχοντας κατηφορίζοντας τις σάρες κάτω από το λόφο του Προφήτη Ηλία. Τα λείρια (Lilium Chalcedonicum - Λείριο το χαλκηδονικό), δύο κόκκινα πανέμορφα λουλούδια, ήταν η αιτία να σπάσω τη φωτογραφική μου μηχανή. Μου έπεσε στη μοναδική πέτρα.
τα δύο λουλούδια (Lilium Chalcedonicum - Λείριο το χαλκηδονικό)

Έφυγα χωρίς να περιμένω τους φίλους από τον ΠΟΑ να κατέβουν. Η Βαρβάρα ακόμα με ψάχνει στο βουνό. Φοβήθηκε μήπως έφαγα τη βροχή και τους κεραυνούς ψηλά. Τελικά ήμουνα τυχερός γιατί η δυνατή μπόρα ήρθε όταν έφθασα στην Παύλιανη. Φαγητό με κεραυνούς και καταιγίδα.
Γι’ αυτές όλες τις μικρές συγκινήσεις και τα απρόσμενα, τις γρήγορες αποφάσεις και την κούραση, βουνό σε λατρεύω!

Στέφανος Σταμέλλος
διαβάστε ολόκληρο το κείμενο...

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2009

Γιατί σκαρφαλώνουμε στα βουνά;

Τ. TOOLE
(από την ιστοσελίδα του ΕΟΣ Αθηνών)

Οι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι σκαρφαλώνουν στα βουνά ήταν πάντοτε ένα μυστήριο. Για τον μη ορειβάτη είναι μια άσκοπη και χωρίς, νόημα δραστηριότητα. Μπορεί από την πολυθρόνα του να θαυμάσει ως ένα σημείο το θάρρος και την αντοχή του ορειβάτη, αλλά δεν λυπάται όταν αυτό το θάρρος έχει σαν αποτέλεσμα το θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό. Απλά χαμογελάει μόνος του με την ευαρέσκεια αυτού που προείδε τις αναπόφευκτες συνέπειες και είχε τη λογική να μην ασχοληθεί με παρόμοιες δραστηριότητες.

Για τον ορειβάτη, ακόμη κι όταν κρέμεται πάνω από ένα ιλιγγιώδες κενό, οι λόγοι αποτελούν εξ ίσου ένα μυστήριο. Αν σταματούσε για μια στιγμή και επιχειρούσε μια λογική εξήγηση της έμμονης αυτής δραστηριότητας του, θ' αναγκαζόταν να συμφωνήσει με τον μη-ορειβάτη, ότι δεν εξυπηρετεί κανένα πρακτικό σκοπό. Η απάντηση ότι προσφέρει ευχάριστη άσκηση σε όμορφο περιβάλλον, δεν είναι εξήγηση, γιατί συχνά η δυσφορία ή ακόμα και η ταλαιπωρία, που νοιώθει κανείς, αντισταθμίζει με το παραπάνω ό,τι ευχάριστο μπορεί να υπήρξε και η ομορφιά είναι τις περισσότερες φορές κρυμμένη πίσω από ένα μονότονο γκρι, ή ακόμα μερικές φορές άσχημο βράχο ή πυκνή ομίχλη και δυνατή βροχή.

Λένε μερικές φορές ότι τα βουνά θέτουν μια πρόκληση στο περιπετειώδες πνεύμα του ανθρώπου. Ίσως να είναι αλήθεια, αλλά τότε και η πιο μονότονη και ανιαρή ζωή, μπορεί να είναι γεμάτη προκλήσεις. Ολόκληρη η ιστορία του ανθρώπινου γένους αποτελείται από την ανταπόκριση του ανθρώπου σε τέτοιες προκλήσεις. Και, λέγοντας ανθρώπου, εννοούμε τους κοινούς ανθρώπους, γιατί αυτοί είναι που κάνουν την ιστορία, όχι τους λεγόμενους «μεγάλους άντρες» οι οποίοι απλώς πλέουν με το ρεύμα και τυχαία λόγω θέσεως στο ρυάκι, συμβαίνει να αντανακλούν τις λαμπρότερες ακτίνες του ήλιου της προόδου.

Υπάρχει πρόκληση στο να βρει κανείς τη θέση του στην κοινωνία. Υπάρχει πρόκληση στο επάγγελμα που διαλέγει ν' ακολουθήσει. Υπάρχει πρόκληση στο να κρατήσει ενωμένη μια οικογένεια, ενάντια σε εξωτερικές δυνάμεις που απειλούν να τη διαλύσουν. Υπάρχει πρόκληση στο ν' αναθρέψει αυτή την οικογένεια, ώστε να κληρονομήσει και να βελτιώσει το μέλλον που αυτός προσπαθεί να δημιουργήσει. Υπάρχει πρόκληση σ' αυτές και πολλές άλλες δραστηριότητες παραπάνω από αρκετές για ν' απασχολήσουν και τους πιο περιπετειώδεις ανθρώπους για αρκετές ζωές, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγουν στη δημιουργία νέων προκλήσεων που αλλιώς δεν θα υπήρχαν.

Όταν βλέπω τριγύρω τους φίλους μου και συζητάω μαζί τους αναγκάζομαι να συμπεράνω ότι δεν έχουν κανένα γνήσιο λόγο για τον οποίο να θέλουν να σκαρφαλώνουν στα βουνά και συχνά το κάνουν μόνο σαν αποτέλεσμα κάποιου τυχαίου γεγονότος.

Όταν σκέφτομαι μερικούς ανθρώπους, ειδικά, από τους οποίους πολλοί είναι ανάμεσα στους πιο έμπειρους ειδικούς του αθλήματος, συνειδητοποιώ ότι θα μπορούσαν εξ ίσου καλά να είχαν διαπρέψει στο ποδόσφαιρο, στο γκολφ, στο τένις, την ιστιοπλοΐα ή σε κάποιο άλλο, τελείως άσχετο, πεδίο δράσης.

Σε κάποια τέτοια στιγμή, είδαν μπροστά τους ένα λόφο ή ένα βράχο αντί για μια μπάλα, ένα γήπεδο γκολφ, μια ρακέτα του τένις ή ένα κότερο. Ξόδεψαν ενέργεια και το διασκέδασαν, με αποτέλεσμα να ξαναγυρίσουν για να επαναλάβουν την εμπειρία. Πολύ γρήγορα ήρθαν σ' επαφή με άλλους, που έκαναν το ίδιο και μέσα σε μερικές ώρες, ή πιθανόν και λεπτά, δημιουργήθηκαν καινούργιοι φίλοι: φίλοι, που είχαν μια πολύ πιο μεταδοτική σοβαρή συμπεριφορά προς το άθλημα τους.

Η επίδραση απλώθηκε γρήγορα και οι καινούργιοι βρέθηκαν μέλη μιας ανθίζουσας αδελφότητας, τόσο πολύ που έφτασαν να πιστεύουν ότι πάντα ήθελαν να γίνουν ορειβάτες
και ότι τίποτα άλλο δεν θα μπορούσε να τους έχει ικανοποιήσει. Από κει και πέρα, η πρόοδος τους θ' ακολουθούσε ένα σχέδιο που θα διέφερε από τον έναν στον άλλο, μόνο στις λεπτομέρειες του.

Γρήγορα θα μάθαιναν ότι οι αναβάσεις διέφεραν σε δυσκολία, από την εύκολη σαν σκάλα, μέχρι το πραγματικά αδύνατο και με τη γνώση αυτή θα ερχόταν η συνειδητοποίηση μιας έντονα ανταγωνιστικής ατμόσφαιρας, ένα κλίμα ανταγωνιστικότητας, όχι όπως ίσως θα περίμεναν μεταξύ ανθρώπου και βουνού, αλλά μεταξύ ανθρώπου και ανθρώπου, θα άρχιζαν να μετρούν την αξία του, όχι ανάλογα με το πόσο καλά έκαναν μια συγκεκριμένη διαδρομή, αλλά με σύγκριση των επιτυχιών τους μ' αυτές των άλλων.

Όσο κι αν σκαρφάλωναν, θα συνειδητοποιούσαν ότι πρέπει να φτάσουν ένα ορισμένο ψηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας και να το συντηρούν τακτικά, πριν γίνουν γενικά αποδεκτοί σαν κανονικά μέλη. Η αφοσίωση του θα μεγάλωνε μέχρι να φτάσουν το επίπεδο αυτό. Τότε, θα έβλεπαν μπροστά τους την επίλεκτη ομάδα που περιελάμβανε τους αναγνωρισμένους δασκάλους του αθλήματος: αυτούς που σταθερά ανέβαιναν στα πιο ψηλά επίπεδα, σε κομμάτια βράχου που φαίνονταν φυλαγμένα μόνο γι' αυτούς, θα ήταν τα ονόματα αυτών των λίγων που θα είχαν ακούσει σε συζητήσεις ή διάβασαν περιοδικά γιατί αυτοί πετύχαιναν εκεί που λίγοι επιχειρούσαν να πάνε ή ίσως εκεί που κανείς άλλος δεν είχε πετύχει πριν από αυτούς.

Ίσως θα προσπαθούσαν να μπουν στην ομάδα αυτή ή το πιθανότερο θα είχαν αναγνωρίσει το επίπεδο της σαν ανώτερο των δυνατοτήτων τους και θα αρκούνταν ικανοποιημένοι στο να ενισχύσουν τις ήδη κερδισμένες θέσεις τους. Όποια εκλογή κι αν έκαναν θα έφταναν στο δικό τους επίπεδο επιτυχίας, θα το κρατούσαν για ένα - δυο χρόνια και μετά θ' άρχιζαν να πέφτουν κάτω απ' αυτό, όπως οι ζωές τους θα έπαιρναν νέες διευθύνσεις και υποχρεώσεις.

Μπορεί να έκαναν μια προσπάθεια να κρατηθούν για λίγο ακόμα, αλλά θα το έβρισκαν όλο και πιο δύσκολο. Θα έβρισκαν τον εαυτό τους να σέρνεται αργά προς τη μέση ηλικία, ρίχνοντας ένα ακόμα πιο νοσταλγικό βλέμμα πίσω, σε μια σύντομη περίοδο της ζωής τους στην οποία γεύτηκαν μια γλυκιά ελευθερία, που όμως, δεν είχε καμιά σχέση με ό,τι επρόκειτο να συμβεί (αργότερα).

Κατά την περίοδο αυτή, η αναρρίχηση βράχων και βουνών φαίνονταν σαν αυτοσκοπός, αλλά το αναδρομικό βλέμμα της ωριμότητας θα έδειχνε αυτό που πραγματικά ήταν: μια σύντομη απόδραση από τις έγνοιες, ένα πρόσκαιρο διάλειμμα ανάμεσα στο άγχος της εφηβείας και τις ευθύνες της ενηλικίωσης, ένα ευχάριστο λιβάδι στο οποίο είχαν ξεμείνει και περιπλανηθεί άσκοπα μέχρι που το ρεύμα της ανθρωπότητας, που περνούσε τους τράβηξε πίσω, μέσα στο πλήθος.

Όμως, υπάρχουν μερικοί, ίσως όχι περισσότεροι από ένας - δυο σε κάθε γενιά, που δεν φαίνονται ν' ακολουθούν το σχέδιο. Δεν αφήνουν τον εαυτό τους ούτε να παρασυρθεί από το κεντρικό ρεύμα, ούτε να στριφογυρίζει στις δίνες, αλλά βλέπουν τη ζωή τους να προχωρεί σε μια κατεύθυνση της δικής τους επιλογής και διαλέγουν το δρόμο τους προσεκτικά από τη μια πέτρα που πατούν στην επόμενη. Μερικές φορές κολυμπούν στη μέση του ποταμού. Άλλοτε πλατσουρίζουν σε νερά λιμνάζοντα. Ποτέ, όμως, χωρίς σκοπό. Βλέπουν κάθε κίνηση να οδηγεί σ' ένα συγκεκριμένο στόχο, ο οποίος από τη στιγμή που θα επιτευχθεί, γρήγορα ξεχνιέται για χάρη του επόμενου. Οι στόχοι αυτοί, μπορεί φαινομενικά να έχουν σημασία μόνο για το ενδιαφερόμενο άτομο, αλλά όταν επιτευχθούν, αλλάζουν, αν και πολύ ελαφρά, την κατεύθυνση που ακολουθεί το πολύ νερό του ποταμού.
Νιώθω συχνά, ότι αν ένας αρκετά μεγάλος αριθμός ανθρώπων ήταν έτοιμος να ενεργήσει κατ' αυτόν τον τρόπο, τότε ίσως, να μπορούσε ν' αλλάξει κι ολόκληρη η πορεία του ποταμού. διαβάστε ολόκληρο το κείμενο...

Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

Άγραφα - Ανάβαση στο Βουτσικάκι (2154μ) 21-22/2/2009

Όλα ήταν άσπρα και παγωμένα και το χιόνι κατέβαινε μέχρι τη λίμνη. Ήπιαμε έναν καφέ στον ωραίο ξενώνα και συνεχίσαμε για το καταφύγιο με τα πόδια, αφήνοντας τα αυτοκίνητα στην είσοδο του χωριού. Ο δρόμος Νεράιδα – Καταφύγιο είναι έξι χιλιόμετρα. Παγωνιά παντού.

Το Βουτσικάκι ανήκει στα Άγραφα και στην οροσειρά της νότιας Πίνδου. Δεσπόζει πάνω από τη Λίμνη Πλαστήρα, τη γνωστή τεχνητή λίμνη που το επίσημό της όνομα είναι λίμνη Ταυρωπού. Σχηματίστηκε το 1959 με την κατασκευή του φράγματος στον ποταμό Ταυρωπό ή Μέγδοβα, η δε ιδέα για την κατασκευή της αποδόθηκε μετέπειτα στον στρατιωτικό και πολιτικό Νικόλαο Πλαστήρα, απ’ τον οποίο πήρε και το όνομα.

Η Λίμνη Πλαστήρα είναι περίπου 20 χιλιόμετρα από την Καρδίτσα. Κάναμε από βόρεια το κύκλο της Λίμνης και ανεβήκαμε στη Νεράιδα, ένα όμορφο χωριό, στο οποίο παραθέριζε ο Νικόλαος Πλαστήρας. Η Νεράιδα είναι σε υψόμετρο 1150 μ. μέσα στα έλατα με μια καταπληκτική θέα προς τη λίμνη και το Θεσσαλικό κάμπο.

Τα έργα της ορεινής οδοποιίας συνεχίζονται. Έγινε η παράκαμψη της Νεράιδας και στρώθηκε με άσφαλτο η μισή διαδρομή μέχρι το καταφύγιο. Πάντα θα βρίσκουν το λόγο οι άνθρωποι να ρίχνουν άσφαλτο στα βουνά. Όσους και να ρωτήσεις το θεωρούν αυτονόητο. Προπαντός δεν λερώνονται τα πολύτιμα αυτοκίνητά τους.Εμείς με τα πόδια, αραιά, ανάλογα με τη διάθεση για εκτόνωση και διαφορετικές ταχύτητες. Ο καθένας στη μοναξιά του. Κι αν μέσα στην μοναξιά και την ερημιά, σου επιτεθούν οι λύκοι; “Οι λύκοι επιτίθενται σε ανθρώπους σπάνια και μόνον αν τους ξαφνιάσεις και αισθανθούν παγιδευμένοι”. Λύκε σε φοβάμαι, λύκε σ’ αγαπώ…

Το νέο “ορειβατικό καταφύγιο Αγράφων” βρίσκεται σε υψόμετρο 1.540 μ στην περιοχή "Καραμανώλη". Πέτρινο κτίριο με κεντρική θέρμανση, τζάκι, κουκέτες, κουβέρτες, κουζίνα, τουαλέτες,. άνετη τραπεζαρία, που μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι 25 άτομα. Αυτή τη φορά γέμισε με το παραπάνω. Ακόμα και στο διάδρομο στήθηκαν κρεβάτια. Ήταν η σχολή ορειβασίας με τον Λάζαρο Μποτέλη, εκπαιδευτή ορειβασίας και αναρρίχησης, με 25 ορειβάτες από τη βόρεια Ελλάδα.
Παλιότερα θυμάμαι μόνο το παλιό ξύλινο καταφύγιο του Δασαρχείου Καρδίτσας. Τα πράγματα αλλάζουν. Τώρα, εκτός από το καινούργιο καταφύγιο, λειτουργεί και το καταφύγιο του Ορειβατικού Χιονοδρομικού Ομίλου Καρδίτσας με δυνατότητα φιλοξενίας 17 ατόμων, με στοιχειώδη εξοπλισμό και με αναφορές στο χιονοδρομικό κέντρο. Το μικρό χιονοδρομικό είναι το “κερασάκι στην τούρτα” για την “ανάπτυξη” της περιοχής. Η αλήθεια είναι ότι σίγουρα η λειτουργία του επιδοτείται. Τα έσοδά του δεν νομίζω να επαρκούν για τη φροντίδα και τη συντήρησή του. Τα περισσότερα έξοδα, αν δεν κάνω λάθος, τα αναλαμβάνει η νομαρχία ή η Αναπτυξιακή μέσα από διάφορα προγράμματα. Λένε ότι όλες οι επιχειρήσεις των χιονοδρομικών κέντρων στην Ελλάδα είναι ζημιογόνες… Γιατί να αποτελεί εξαίρεση;Μετά την νόστιμη μακαρονάδα με τις ειδικές σάλτσες της Λένας και της Ξανθής, ο ύπνος έπρεπε να είναι βαρύς. Αλλά αυτά τα ροχαλητάαααα… χαλάνε διαθέσεις. Τις ωτοασπίδες μου… το σιγαστήρα σου….Να βγώ έξω, να αλυχτήσω με τους λύκους…

Η πρωινή αναχώρηση ήταν “μέχρι εκεί που θα μπορέσουμε ή θα μας επιτρέψει το βουνό”. Για καλό και για κακό πήραμε και τη φωτογραφική μηχανή, αν χρειαστεί να σκηνοθετήσουμε μια κορυφή, για τους άπιστους. Αλλά να που το βουνό μας επέτρεψε κι αυτή τη φορά να σπαταλήσουμε λίγο από την ησυχία της κορυφής του. Να αγγίξουμε λίγο, απαλά, τις άκρες του και τις χιονισμένες του πλαγιές.

Σε αντίθεση με τις τόσες τεχνικές γιορτές, που κάποιοι εφευρίσκουν, αυτή η ανάβαση ήταν μια αληθινή γιορτή μέσα στη φύση. Ήταν τα ανεπανάληπτα παιχνίδια του χιονιού, τα κρύσταλλα που κρέμονταν από τα κλωνάρια, οι χιονόμπαλες των μικρών ελάτων… Ηδονοβλεψίες κι εμείς της χιονισμένης φύσης σε κοντινό πλάνο, γιατί η ομίχλη δεν άφηνε πολλά περιθώρια για μακριά. Σε μια ώρα ήμασταν στο μνημείο του ανεμοπτεριστή, που χάθηκε πριν λίγα χρόνια. Η “πλάτη” με τις δύο κορυφές, την Τέμπλα (1808 μ) και δεξιά την Πετσαλούδα (1824 μ) είναι μακρινάρι. Ευτυχώς, να λέμε την αλήθεια, που τα παιδιά της σχολής άνοιξαν το δρόμο το προηγούμενο απόγευμα. Αλλιώς μάλλον θα ήταν μια αποτυχημένη προσπάθεια. Το χιόνι ήταν πολύ. Σε πολλά σημεία πρέπει να περνούσε το ένα μέτρο.

Αρχίζουμε να κατεβαίνουμε για το διάσελο – ή σέλα όπως λέει ο Κωστής. Εδώ το χιόνι είναι λίγο, γιατί έχει δυνατούς ανέμους. Ευτυχώς δεν είχε αέρα, γιατί άντε να βρεις τα ίχνη. Στο μεταξύ το χιόνι άρχισε να πέφτει ψιλό και πυκνό “Πού πάω, πού πάμε σε τέτοιους καιρούς”; Αλλά γιατί να φοβηθούμε; Δεν ακολουθούμε τα χνάρια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αλλά τα χνάρια φίλων ορειβατών σε μια ζεστή φιλική ατμόσφαιρα. Και δεν πρόκειται για καμιά “συνάντηση κορυφής” των 27 ηγετών της Ευρώπης, αλλά για μια “συνάντηση στην κορυφή” ενός φιλικού για μας βουνού.

Να και η κόψη! Προσέξτε εδώ. Από δω μην κοιτάτε. Ή είμαστε κορυφάκηδες ή δεν είμαστε… Υποσχεθήκαμε κορυφή…δεν σταματάμε εδώ. “Είμαστε Ρεαλιστές Επιδιώκουμε Το Αδύνατο! Ε.Ρ.Ε.Τ.Α” Να και η κορυφή! Δυστυχώς δεν έχουμε ορατότητα. Μόνο με τη φαντασία μας “βλέπουμε” τα γύρω βουνά. Βορειοδυτικά η Καζάρμα και νοτιοανατολικά το Μπορλέρο. Νοτιοδυτικά η Νιάλα …και μέσα στην μακαριότητά μας καμαρώνουμε ότι είμαστε οι μοναδικοί. Ήμασταν οι μοναδικοί στην κορυφή στο Βουτσικάκι για κείνη τη μέρα. Λίγο είναι;; Πόσες είναι οι μοναδικότητες που εξασφαλίζουμε κάθε μέρα;
Φωτογραφίες και ξανά κάτω. Γλιστράει τώρα…τι να τα κάνεις τα κραμπόν. Ξανά ανέβασμα μετά το διάσελο. Αμάν αυτή η ανηφόρα Τώρα το χιόνι πέφτει πιο πυκνό Καμιά φορά η επιστροφή γίνεται γλυκιά. Συνολική διάρκεια 5,5 ώρεςΧαιρετάμε το Βασίλη, τον υπεύθυνο του Καταφυγίου, και φεύγουμε γρήγορα με το φόβο του χιονιού. Μη μας κλείσει στη Νεράιδα και ποιος βάζει αλυσίδες Εδώ παπάς, εκεί παπάς, εδώ πατάς, εκεί πατάς, πόσες φορές μέτρησες τον πάγο κάνοντας σπαγγάτο…Χώρια το μάτιασμα του Δημήτρη. Μακριά από γαλανομάτη στο χιόνι και στον πάγο…

Μοναδικό τρέξιμο, προπόνηση στον παγωμένο δρόμο, πρώτη φορά το κάνω με σακίδιο και αθλητική …ορειβατική μπότα. Η σκέψη τρέχει το ίδιο με τα πόδια. Το Βουτσικάκι απέκτησε κι άλλους φίλους και θαυμαστές.

Στέφανος Σταμέλλος διαβάστε ολόκληρο το κείμενο...

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2009

ΛΟΥΤΡΑ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ ΠΡΟΣ ΚΑΛΛΙΔΡΟΜΟ 11.1.2009

Χρειάζεται πότε πότε καμιά μοναχική πορεία. Η επιλογή για το Καλλίδρομο έγινε για να υπάρχει η δυνατότητα γρήγορης επιστροφής και για να ολοκληρωθεί μια διαδρομή, που την έχουμε αφήσει στη μέση δύο φορές ως τώρα. Και αυτή τη φορά δυστυχώς έμεινε στη μέση. Είχα την ελπίδα ότι θα συναντήσω ή θα έριχνε χιόνι. Να το χαρώ λίγο. Αλλά δεν…. Γενικά δεν ήταν η καλύτερη μέρα για βουνό… Καιρός με ψιλόβρεχο, μούχλα και λάσπη, σύννεφα και ομίχλη ψηλότερα, με όχι και τόσο καλή ορατότητα.

Το μονοπάτι ξεκινάει από τα Λουτρά Θερμοπυλών. Δεν είναι σημαδεμένο. Ακολουθεί τον μαύρο πλαστικό σωλήνα του υδραγωγείου. Στην αρχή είναι χωματόδρομος, μετά γίνεται μονοπάτι μέσα στην πυκνή βλάστηση, έτοιμο να κλείσει, πλησιάζει στο ρέμα και το φαράγγι, ακολουθεί δύσκολη ανηφόρα μέσα σε κοτρώνες και βράχια στο πλάι του φαραγγιού και ξαναμπαίνει στο δάσος μέχρι να φθάσει στον δασικό δρόμο. Ο δασικός δρόμος έρχεται από ψηλά και εξυπηρετεί κατά κύριο λόγο τώρα τους κυνηγούς και τους λαθροϋλοτόμους.

Η βλάστηση είναι πλούσια, κυρίως με αειθαλή: Πικροδάφνες, κουμαριές, σχίνα, πουρνάρια, φιλίκια, αριές, ορισμένα πεύκα γύρω από τα θερμά, τα έλατα ψηλότερα, αναρριχόμενα αγράμπελη και κισσό, και πολλοί θάμνοι: κουνούκλες και ασφάκες, θυμάρια, άγρια χόρτα και όλων των ειδών τα βότανα: ρίγανη, άγριες μέντες, φουσκλούνια, φασκομηλιές, τσουκνίδες κά. Ψηλότερα βελανιδιές με το ιδιαίτερο χρώμα τους αυτή την εποχή, το καφέ. Μαζί με τα πλατάνια στις ρεματιές, είναι το μόνα σχεδόν φυλλοβόλα της περιοχής.Ανεβαίνοντας άκουσα τις πρώτες τουφεκιές, που βούιξαν τα ρέματα. Αναγκάστηκα να βγάλω τη σφυρίχτρα για να μη γίνω… αγριογούρουνο. Οι φωνές και τα χουχουτά που ακολούθησαν, μαζί με τις απανωτές τουφεκιές θύμιζαν “απάτσι”. Στην αρχή νόμισα ότι το σκότωσαν το αγριογούρουνο και πανηγυρίζουν. Μετά κατάλαβα ότι όλα αυτά ήταν στην τακτική για να “σηκώσουν” τα γουρούνια, που πιθανόν να κάνανε “λούφα”…Ο γνωστός άγριος πόλεμος των κυνηγών με τη φύση.

Βγαίνοντας στο δασικό δρόμο συνάντησα τον πρώτο πολεμιστή – κυνηγό, ο οποίος μου είπε ότι έχει πολλά καρτέρια στο δρόμο και άρα είναι επικίνδυνο να συνεχίσω. Συνέχισα λίγο προσεκτικά με τη σφυρίχτρα και με πολύ άγχος. Με τραβούσε η θέα του χιονιού ψηλά, αλλά και το όμορφο δάσος της βελανιδιάς με τα λίγα σκούρα καφέ φύλλα και η όμορφη θέα προς τον κάμπο και τον Μαλιακό, οι εκβολές του Σπερχειού, το Λιβάρι, οι δαντελωτές ακτές.Τα όμορφα δέντρα, όμορφα κόβονται…παράνομη υλοτομία;;

Βγήκα πάνω από το βράχο, ακριβώς πάνω από τις θερμές πηγές. Η θέα, λες και είσαι σε αεροπλάνο. Κάτω τα “έργα”. Ο ΠΑΘΕ, ο Ε65 και τα έργα του ΟΣΕ, που άλλαξαν την εικόνα της περιοχής και την ανακάτεψαν κυριολεκτικα. Το μνημείο του Λεωνίδα, τα εγκαταλελειμμένα πια ξενοδοχεία του ΕΟΤ και οι θερμές πηγές να αχνίζουν. Παραπέρα το χωριό Θερμοπύλες. Μια αίσθηση από “αρχαία σκουριά”, ο Λεωνίδας, ο Ξέρξης, ο Εφιάλτης… Όμως τελικά τη σκέψη μου την τράβηξε αυτό το “βάρβαρο”, που ζούσα γύρω μου. Δεν μπορούσα να ηρεμίσω, να χαρώ τις εικόνες, να απολαύσω το ελαφρύ θρόισμα των φύλλων, να ακούσω το βουητό του ρέματος - το τραγούδι των Αμαδρυάδων και σε κάθε περίπτωση να μου κάνει τη χάρη να πεταχτεί και κανένας κότσυφας.…Αναγκάστηκα να επιστρέψω. Έπρεπε να ρισκάρω πολύ να συνεχίσω, αφού σε κάθε στροφή είχαν καρτέρι. Ήμουνα σε ξένο έδαφος, σε εμπόλεμη ζώνη…

Γύρισα από τα ίδια. Στην επιστροφή έκανα και λίγο βοτανική. Λέω να κάνω σιγά σιγά τον βοτανικό μου κήπο με τα αντιπροσωπευτικά είδη της χλωρίδας μας. Κάτι θα καταφέρω…Τα γίδια μόνο μέσα στα ξενοδοχεία δεν μπήκαν… Έπιναν το ζεστό νερό μέσα από το φράχτη. "Το πίνουν γιατί είναι αλμυρό" μου λέει ο τσοπάνος... Δεν το ήξερα… Ζώα και άνθρωποι απολαμβάνουν τις θερμές πηγές, ο καθένας με τον τρόπο του…Να λοιπόν μια ακόμα χρήση του θερμού νερού, εκτός από τη γεωθερμία… Να ποτίζουμε τα ζώα μας

Στην εικόνα των σκουπιδιών στα Λουτρά θυμήθηκα το παρακάτω σχόλιο, που είχα βρει στο http://www.astrologicon.org και το είχα ξαναδημοσιεύσει:“Σκουπίδια, σκουριασμένα σίδερα, τσιμεντάρισμα κλπ, συνθέτουν την εικόνα της εγκατάλειψης του "έλαμωρετώραδενβαριέσαιναπούμ" που μας χαρακτηρίζει ως ραγιάδες.

Ντροπή στους δημότες της περιοχής........Δεν θα μπορούσε δηλαδή ο δήμος της περιοχής να είχε φτιάξει κάπως το μέρος;

Δεν θα ήταν όμορφο, τα νερά πριν χυθούν - χαθούν στην θάλασσα να έπεφταν σε μία (πετρόκτιστη) πισίνα, όπως γίνεται και με τα θερμά λουτρά της Αριδαίας;

Δεν θα ήταν όμορφο γύρω από την πισίνα αυτή να υπήρχαν φυτεμένα δένδρα, λίγο πιο πέρα από την πισίνα να υπήρχε κάποια καφετερία με τραπεζάκια και γενικά ένας όμορφος χώρος που και κόσμο να τραβάει, και χρήμα να αποφέρει στην περιοχή;

Δεν βαριέσαι σου λέει καημένε. Αυτά είναι για πολιτισμένους ανθρώπους.
Μήπως θα ήταν καλύτερα να το πάρει κάποια ξένη εταιρεία να το εκμεταλλευτεί, αφού εμείς είμαστε ανάξιοι, και να προσλάβει και μερικούς Έλληνες για κηπουρούς ή καθαρίστριες ...”
διαβάστε ολόκληρο το κείμενο...